παρασημοφορία

παρασημοφορία
η награждение (орденом, медалью)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "παρασημοφορία" в других словарях:

  • παρασημοφορία — η 1. απονομή παρασήμου σε κάποιον ως ηθική αμοιβή για εξαίρετες πράξεις 2. η λήψη, από ένα πρόσωπο, παρασήμου που τού απονεμήθηκε. [ΕΤΥΜΟΛ. < παράσημο + φορία (< φόρος < φέρω), πρβλ. οπλο φορία. Η λ. μαρτυρείται από το 1853 στο Φυλλάδιον …   Dictionary of Greek

  • παρασημοφορία — η απονομή παράσημου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παρασημοφόρηση — η [παρασημοφορώ] παρασημοφορία …   Dictionary of Greek

  • παρασημοφόρηση — η βλ. παρασημοφορία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»